Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Η συγγραφική ρουτίνα

 


Η συγγραφική ρουτίνα σχετίζεται με τον χειρισμό  του χώρου, του χρόνου και της συμπεριφοράς. Η συγγραφική ρουτίνα συνδέεται συνήθως με έναν συγκεκριμένο χώρο συγγραφής ή/και με την ύπαρξη συγκεκριμένων αντικειμένων στο περιβάλλον. Τα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται μπορούν να αποκτήσουν ακόμη και μαγικό χαρακτήρα. Επίσης, οι συνθήκες του περιβάλλοντος μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο σημαντικά. Κάποιοι μπορεί να προτιμούν τη σιωπή και άλλοι να προτιμούν ένα περιβάλλον με θόρυβο. Η αίσθηση οικειότητας με τον χώρο δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας και το οικείο περιβάλλον λειτουργεί ως συγγραφική φωλιά.

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι ο χρόνος. Η συγγραφική ρουτίνα  θέτει χρονικό περιορισμό στη συγγραφή. Ο απεριόριστος χρόνος που μπορεί να έχει κάποιος στη διάθεσή του μπορεί να είναι παραλυτικός. Ο προγραμματισμός του χρόνου συγγραφής συνήθως το πρωί ή το βράδυ λειτουργεί ως μέρος της καθημερινής ρουτίνας κάποιου.

Η συμπεριφορά των συγγραφέων κατά τη συγγραφική ρουτίνα πολλές φορές μπορεί να έχει επαναληπτικό χαρακτήρα. Συνήθως, πρόκειται για συμπεριφορές που δεν απαιτούν μεγάλη προσοχή και συνειδητό έλεγχο. Κατά την προετοιμασία για παράδειγμα του καφέ ή του ξυσίματος των μολυβιών μπορεί να συμβαίνουν στο μυαλό κάποιου ασυνείδητες νοητικές διαδικασίες που προετοιμάζουν για συγγραφή.

Η συγγραφική ρουτίνα έχει τρεις θετικές επιδράσεις: μειώνει το άγχος, αυξάνει την αίσθηση δύναμης και ελέγχου και αυξάνει την ευχέρεια στη συγγραφή. Η συγγραφή συχνά δημιουργεί άγχος το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε συγγραφικό μπλοκάρισμα. Τα τελετουργικά συγγραφής μπορούν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση ενός συγγραφέα δημιουργώντας μια ζώνη προστασίας. Συχνά, τα τελετουργικά συγγραφής είναι τελείως άσχετα με τη διαδικασία της συγγραφής. Επίσης, συχνά οι συγγραφείς νιώθουν ότι δεν έχουν πλήρη έλεγχο της δημιουργικής διαδικασίας. Τα τελετουργικά συγγραφής μπορούν να δημιουργήσουν μια αίσθηση ελέγχου. Πολλές φορές, όταν η πίεση για επιτυχία είναι μεγάλη, τα τελετουργικά μπορεί να πάρουν το χαρακτήρα μαγικής πράξης ή προσκόλλησης σε προκαταλήψεις. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, τα τελετουργικά φαίνεται να έχουν θετική επίδραση στο αποτέλεσμα. Εκτός αυτού, τα τελετουργικά συγγραφής αυξάνουν τη συγγραφική ευχέρεια καθώς καθιστούν το ξεκίνημα της συγγραφής πιο εύκολο και το συγγραφικό μπλοκάρισμα λιγότερο απειλητικό.

 

Το άρθρο αποτελεί περίληψη του Dobbie A. B., Maher H., McDonald C. & OShaughnessy K. (2002). Who, what, when, and where of writing rituals. The Quarterly, 24(4), 18-36. Ανάκτηση από https://archive.nwp.org/cs/public/print/resource/456

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Ο ακρωτηριασμός - Μακντόνα Μάρτιν


Πρόκειται για μαύρη κωμωδία με κυρίαρχο το γκροτέσκο στοιχείο. Ένας κύριος κοντά στα εξήντα αναζητά το κομμένο χέρι του, το οποίο δεν γνωρίζουμε ποιοι και γιατί το έκοψαν. Ο κεντρικός ήρωας, ο Καρμάικλ, ταξιδεύει με μια βαλίτσα γεμάτη με κομμένα χέρια που έχει συλλέξει μέσα στα 27 χρόνια που αναζητά το δικό του χέρι. Ένα ζευγάρι παρουσιάζει ένα κομμένο χέρι για πώληση. Όταν ο Καρμάικλ ανακαλύπτει ότι το χέρι δεν είναι δικό του και ότι το ζευγάρι πάει να τον εξαπατήσει, η κατάσταση για τους επίδοξους πωλητές του χεριού γίνεται πολύ δύσκολη. Όλο το θεατρικό διαδραματίζεται στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου όπου ο ρεσεψιονίστας έχει και αυτός τον δικό του ξεχωριστό ρόλο.  Λόγος ωμός και σκληρός, γεμάτος σαρκασμό και βρισιές, που δε διστάζει να μιλήσει για τον ακρωτηριασμό, τη βία, την αυτοκτονία, την κλοπή, την τρέλα, τη διαστροφή, τη μοναξιά,  την παρανομία, τα ναρκωτικά με τρόπο έντονο και απροκάλυπτο. Στον Ακρωτηριασμό ο Μακντόνα επιστρατεύει όλο του το χιούμορ για να μιλήσει για πράγματα δύσκολα χωρίς ίχνος φλυαρίας ή ηθικολογίας. Οι ήρωές του εμφανίζονται διασκεδαστικά ηλίθιοι που με την τρομακτική αφέλειά τους κάνουν τον εφιάλτη που ζουν κατά πολύ ελαφρύτερο. 


 Δούρβας Α.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Ο παρείσακτος- Ζαν Λυκ Νανσί

 


«Εγώ (Ποιο “εγώ”; Αυτό ακριβώς είναι το ερώτημα, το παλαιό ερώτημα: Ποιο είναι αυτό το υποκείμενο της εκφώνησης, πάντα ξένο ως προς το υποκείμενο του εκφωνήματός του, για το οποίο είναι κατ’ ανάγκη ένας παρείσακτος και επίσης κατ’ ανάγκη ο παραγωγός, η κινητήρια δύναμη ή η καρδιά) – εγώ, λοιπόν, πριν από σχεδόν δέκα χρόνια, έλαβα την καρδιά ενός άλλου. Μου τη μεταμόσχευσαν. Η δική μου καρδιά (μιας και εδώ, όπως έχουμε καταλάβει, όλο το ζήτημα είναι αυτό το “δικό μου” – ή μπορεί πάλι να μην είναι καθόλου κάτι τέτοιο, και να μην υπάρχει απολύτως τίποτα να καταλάβουμε, κανένα μυστήριο, κανένα απολύτως ερώτημα: Απλώς και μόνο η αναγκαιότητα μιας μεταμόσχευσης, όπως προτιμούν να λένε οι γιατροί) – η ίδια μου, λοιπόν, η καρδιά περιερχόταν σε αχρηστία, για έναν λόγο που ουδέποτε διασαφηνίστηκε. Κατά συνέπεια, για να ζήσω έπρεπε να λάβω την καρδιά ενός άλλου».


Ο  παρείσακτος- Ζαν Λυκ Νανσί

Το βιβλίο του Νανσί κινείται σε δύο επίπεδα παράλληλα το ένα με το άλλο. Στο πρώτο επίπεδο ο Νανσί μιλά στο βιβλίο του για την προσωπική εμπειρία του, τη μεταμόσχευση καρδιάς στην οποία υποβλήθηκε πριν 27 χρόνια. Η μυοκαρδιοπάθεια από την οποία έπασχε εξελίχθηκε σε καρδιακή ανεπάρκεια, η οποία για να αντιμετωπιστεί απαιτούσε την εύρεση καρδιακού μοσχεύματος. Αφού βρέθηκε δότης και πραγματοποιήθηκε η μεταμόσχευση, ο Νανσί βρέθηκε πολλές φορές σε δύσκολες καταστάσεις έχοντας να αντιμετωπίσει απειλές όπως ο κίνδυνος απόρριψης, ο κυτταρομεγαλοϊός, μολύνσεις, καρδιακές παύσεις, εμφύτευση βηματοδότη και ανάπτυξη λεμφώματος. Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες, ο Νανσί κατάφερε να επιβιώσει και να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο Νανσί επιλέγει με συνοπτικό αλλά ουσιαστικό τρόπο να αναπτύξει τη φιλοσοφική έννοια του παρείσακτου μέσα από την εμπειρία της μεταμόσχευσης καρδιάς. Ο παρείσακτος ορίζεται από τον Νανσί ως εκείνος που εισδύει δια της βίας, αιφνιδιαστικά ή ύπουλα και συνδέεται άμεσα με την έννοια του ξένου. Ο ξένος αν δε θεωρείται παρείσακτος χάνει την έννοια του ξένου. Η έλευση του ξένου συνιστά σύμφωνα με τον Νανσί μια ενόχληση, μια διατάραξη της εσωτερικής μας πραγματικότητας.  Η πάσχουσα καρδιά θεωρείται από τον ίδιο παρείσακτη, όργανο ξένο από το υπόλοιπο σώμα, όργανο «αποστασίας» που πρέπει να αποβληθεί. Ο ξένος για τον Νανσί γίνεται η ίδια του η καρδιά.

Το μόσχευμα βρίσκεται, με αποτέλεσμα ο θάνατος του Νανσί να αναβληθεί. Ο Νανσί σύντομα έρχεται αντιμέτωπος με ένα διττό καθεστώς ξενότητας. Κατά πρώτον, αυτό της μεταμοσχευμένης καρδιάς, την οποία ο οργανισμός ταυτοποιεί ως κάτι ξένο και της επιτίθεται μέσω του ανοσοποιητικού συστήματος και κατά δεύτερον, του κατεσταλμένου ανοσοποιητικού συστήματος που καθίσταται μέσω φαρμάκων ξένο ως προς τον εαυτό του. Ουσιαστικά, όπως λέει ο Νανσί, ο ξένος βρίσκεται μέσα μου και εγώ γίνομαι ξένος ως προς τον εαυτό μου.

Οι παρεισφρήσεις δεν σταματούν ποτέ, αλλά αντιθέτως πολλαπλασιάζονται. Ο Νανσί έρχεται αντιμέτωπος με ένα νέο παρείσακτο στην πιο αρπακτική και παρασιτική του μορφή, αυτή του καρκίνου. Η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία στην οποία υποβάλλεται αποτελεί έναν ακόμη παρείσακτο.

Καταλήγοντας ο Νανσί στο σύντομο δοκίμιό του για την έννοια του παρείσακτου επεκτείνει την έννοια αυτή από την ατομική του εμπειρία στην διάσταση του συλλογικού. Στόχος του Νανσί είναι η έννοια του παρείσακτου να ενσωματωθεί σε μια πολιτική που υπηρετεί την κοινωνική δικαιοσύνη. Ο παρείσακτος τελικά αποδεικνύεται ότι είναι η διαφορά μέσα στην ταυτότητα, ο ξένος μέσα στον εαυτό, ο ΄Άλλος μέσα στο εγώ. Κάθε προσπάθεια εύρεσης μιας καθαρής και αμιγούς ταυτότητας είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, αφού κάθε ταυτότητα είναι πάντοτε ήδη μολυσμένη από τη διαφορά. Ο άνθρωπος πρέπει να σταματήσει να προσεγγίζει την ταυτότητα ως ομοιότητα με τον εαυτό αλλά να αποδεχθεί το γεγονός ότι κάθε ταυτότητα είναι υβριδική.


Δούρβας Α.

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

Στραβαίγκιν. Κόσμος Πλανόδιος – Αρίστη Ζαΐμη

 


Από την πόλη έρχομαι 

και στην κορφή κανένας


Έφτασα και

σου στέλνω

ανταπόκριση

ζυγή και διαιρετέα.

 

Το πρόβλημα

δεν είναι η άφιξη

μα η αφή η ίδια

 

Γλείφω τα πλακόστρωτα

και ακουμπάω τους τοίχους

Μάσησα σίλυβο μαριανό

και ιδού η προφητεία:

η πόλη δεν υπάρχει.

 

Γι’ αυτό, όπως

για όλα τα ανύπαρκτα,

δεν είναι η άφιξη ανέφικτη 

μα η επιστροφή.

 

Υπάρχει μια φωτεινή διεύθυνση

ένα σπίτι

ανάμεσα σε φύλλα

που λάμπει

μία αυλή

που γι’ άλλους

βγάζει στη θάλασσα

και γι’ άλλους

σε αμπέλια

 

Υπάρχει μια διεύθυνση

με ένα μακρύ τραπέζι

που τρώνε μαζί

όλοι οι αγαπημένοι

που ζουν

που ταξιδεύουν

που εξατμίστηκαν.

Δειπνούν όλοι μαζί

κάτω από πολύχρωμα

λαμπάκια

ενώ κουνούπια

αυτοκτονούν

χορταίνοντας το φως

 

Και οι γύρω δρόμοι

τους αγκαλιάζουν

και τους κρατούν σφιχτά

και οι σκεπές

τους σκεπάζουν

σαν χέρι

που νοιάζεται

όταν σε παίρνει ο

ύπνος

στο σαλόνι

 



Στραβαίγκιν. Κόσμος Πλανόδιος – Αρίστη Ζαΐμη

Πρόκειται για το πρώτο ποιητικό βιβλίο της Αρίστης Ζαΐμη. Η λέξη Στραβαίγκιν σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνεται στο βιβλίο  προέρχεται από το σκωτικό (Σκωτς) ρήμα ‘stravaig’ και σημαίνει: 1.περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, περιδιαβαίνω 2.εστιατόριο, καφέ, μπαρ στην οδό 28 Gibson Street στη Γλασκώβη. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις διακριτές ενότητες, οι οποίες αποδίδονται με τίτλο και υπότιτλο: α) [Υπό τη Γη] Το Γυάλινο Κτίριο, β) [Επί της Γης] Αυτοί που είμαστε  (η γλώσσα) Εκεί που είμαστε (η πόλη) και γ) [Υπέρ της Γης] Όλα όσα. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά δομημένο βιβλίο, το οποίο βασίζεται τόσο σε κοινούς θεματικούς και νοηματικούς άξονες όσο και σε κοινά μορφολογικά στοιχεία που συνέχουν τα ποιήματα.

 

Στην  πρώτη ενότητα το σκηνικό είναι αστικό ενώ τα περισσότερα ποιήματα είναι αφηγηματικά συνθέτοντας μια σπονδυλωτή ιστορία. Περιγράφεται μέσα από τα ποιήματα η καθημερινή διαδρομή ενός υπαλλήλου από τον υπόγειο στο γυάλινο κτίριο όπου εργάζεται. Στα ποιήματα πραγματοποιείται μια αντίστροφη μέτρηση ανά μέρα. Μετά το πέρας επτά ημερών το γυάλινο κτίριο αρχίζει να καταβροχθίζει τα πάντα, ωστόσο η ενότητα τελειώνει με την παραδοχή ενός εκτός του γυάλινου κτιρίου, μιας εξόδου. Το ασφυκτικό αίσθημα της ρουτίνας, της γραφειοκρατίας, της αλλοτρίωσης από την εργασία είναι κυρίαρχα. Τα ποιήματα της πρώτης ενότητας είναι λιτά και ολιγόστιχα. Δημιουργούν μια ατμόσφαιρα ανοίκειου και μυστήριου.

 

Στη δεύτερη ενότητα, τα ποιήματα αναφέρονται  στη μητέρα, στον πατέρα, στην ίδια την ποιήτρια, τη ζωή σε μια ξένη χώρα, στην αίσθηση της ξενότητας που δημιουργεί η ίδια η γλώσσα, ως ριζική ετερότητα και τέλος στην επιθυμία της επιστροφής στην χαμένη πατρίδα. Η πατρίδα δεν ταυτίζεται με έναν συγκεκριμένο τόπο, αλλά συγκροτείται από μνήμες, τρυφερά αγγίγματα, αίσθημα προστασίας και οικειότητας. Η επιστροφή είναι εξ ορισμού για την ποιήτρια ανέφικτή καθώς ταυτίζεται με το ανέφικτο αίτημα επιστροφής σε μια απαγορευμένη απόλαυση, αυτή της ταύτισης με τον μητρικό Άλλο. Τα ποιήματα της δεύτερης ενότητας αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα του ποιητικού βιβλίου και ορίζουν τον άξονα της ταυτότητας και της ετερότητας ως τον βασικό καμβά της ποιητικής περιπλάνησης και διακρίνονται για την αναστοχαστική τους διάθεση. Η γλώσσα λειτουργεί ως συμβολικός τόπος απομάκρυνσης αλλά και επιστροφής.

 

Στην τρίτη ενότητα ο τόνος γίνεται πιο λυρικός και σκοτεινός. Τα ποιήματα είναι πιο αφηρημένα χωρίς να λείπουν οι αναφορές σε μια εγγύτητα των σωμάτων, στα πάθη τους, στο κενό μέσα στο οποίο μετεωρίζεται ο σύγχρονος άνθρωπος, στη φθορά.

 Η περιπλάνηση της Ζαΐμη συνιστά περιπλάνηση από το σκοτεινό υπόγειο της γραφειοκρατίας στην δυνατότητα που προσφέρει η γλώσσα να βιώσει κανείς τον Άλλο τόσο ως ταυτότητα όσο και ως ετερότητα. Το τέλος της περιπλάνησης συνιστά μια κίνηση ελευθερίας, μέσα από το πλησίασμα το οποίο αν και ενέχει κινδύνους, συγκροτεί μια πιθανή γραμμή διαφυγής η οποία μένει να αποδειχθεί.

Δούρβας Α.